Βασίλης Λουκόπουλος είναι το πραγματικό όνομα τού μεγάλου ζωγράφου Wassili Lepanto πού τιμώντας την ιδιαίτερη πατρίδα του κράτησε για καλλιτεχνικό το Lepanto και με αυτό έγινε παγκοσμίως γνωστός μέχρι και την μακρινή Κίνα. Γεννήθηκε στην Περδικόβρυση της Ορεινής Ναυπακτίας πού τιμητικά την αναφέρει και στο βιογραφικό του μέσα στη δύνη τού πολέμου και της μεγάλης φτώχιας. Μία παγκόσμια καλλιτεχνική μορφή πού θα πρέπει να τιμηθεί δεόντως από την Ναυπακτία πού ο ίδιος την προβάλει σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Μία μεγάλη έκθεση στην Ναύπακτο το καλοκαίρι τού ανήκει και τού αξίζει τιμητικά και σίγουρα θα αποτελέσει ένα από τα μεγαλύτερα καλλιτεχνικά γεγονότα πανελλαδικά.
WASSILI LEPANTO – ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Wassili Lepanto γεννήθηκε το 1940 στην Περδικόβρυση Ναυπάκτου. Οδηγήθηκε στην τέχνη μέσα από τις σπουδές του στην ποίηση και τη ζωγραφική. Σε αντίθεση με τους Γερμανούς, που κατευθύνονταν προς το Νότο αναζητώντας με τα μάτια της ψυχής τους τη χώρα των Ελλήνων, εκείνος κατευθύνθηκε προς το Βορρά, την Γερμανία, τη χώρα με τους μεγάλους ποταμούς, τις πλατιές κοιλάδες, τα μεσαιωνικά κάστρα και τα παλάτια, όλα αυτά που αφηγούνταν τα παραμύθια κι εκείνος διάβαζε στα βιβλία του.
Η αρχαιότερη γερμανική πανεπιστημιακή πόλη της Χαϊδελβέργης έγινε η πόλη των σπουδών του. Εκεί, στην Αθήνα του Βορρά, όπως αποκαλούσαν τη Χαϊδελβέργη την εποχή του Ρομαντισμού, εκείνος, που είχε μεγαλώσει στην Αθήνα, βρήκε τη δεύτερη πατρίδα του.
Σπούδασε, από το 1964, Γερμανική Φιλολογία, Ιστορία, Ιστορία της Τέχνης και Φιλοσοφία.
1975: Επιστημονικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Γερμανικής Φιλολογίας.
1976-78: Υπότροφος του Ιδρύματος Friedrich Ebert.
1978: Ολοκληρώνει την Διδακτορική διατριβή του στην Γερμανική Φιλολογία.
1979: Δέχεται πρόταση για να διδάξει στο τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας της ΦιλοσοφικήςΣχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας, την οποία απορρίπτει μετά από ώριμη σκέψη.
1991-92: Φιλοξενούμενος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης.
1995: Δημιουργία της τοιχογραφίας Η Γηραιά Ευρώπη, αποτελούμενης από έξι πίνακες, με ανάθεση του Πανεπιστημίου Χαϊδελβέργης.
1996: Αναδρομική έκθεση στο Ανάκτορο των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη και στην Αθήνα, στο Πολιτιστικό Κέντρο Μελίνα Μερκούρη.
1997: Απονομή του βραβείου Willibald Kramm για την Τέχνη από τη Δήμαρχο Χαϊδελβέργης Beate Weber.
Αναδρομική έκθεση στο Kunstpalast στο Düsseldorf.
2000: Εγκαινιάζεται η γκαλερί του στην παλιά πόλη της Χαϊδελβέργης.
2003: Ατομική έκθεση με τίτλο Τοπία – Θετικές Ουτοπίες στα ομοσπονδιακά γραφεία του κόμματος των Πρασίνων στο Βερολίνο.
2008: Παρουσίαση του συνολικού έργου του Wassili Lepanto στο Kurpfälzisches Museum της Χαϊδελβέργης με τον τίτλο Οικολογική Τέχνη.
Η ζωγραφική, όπως είπε ο φιλόσοφος Hans-Georg Gadamer, αποτέλεσε για τον Lepanto μια νέα γέννηση. Έγινε ζωγράφος και διαπιστώθηκε πως ήταν γεννημένος για ζωγράφος.
Παράλληλα με τις εκθέσεις του στο Παρίσι, στη Βόννη, στη Βιέννη, στη Στουτγάρδη, στο Ελσίνκι, στην Αθήνα, στη Νέα Υόρκη, στη Γενεύη και στη Φλωρεντία συνέγραψε μια σειρά μελετών θεωρίας της τέχνης, όπως το μανιφέστο Τέχνη για τον Άνθρωπο ή για μια Οικολογική Τέχνη (1983), το καλλιτεχνικό ημερολόγιο Πρώιμη Άνοιξη (1993), το δοκίμιο Η ικανότητα και η Τέχνη (1991), ενώ επίσης δημοσίευσε επιστημονικές μελέτες.
Η αρχαιότερη γερμανική πανεπιστημιακή πόλη της Χαϊδελβέργης έγινε η πόλη των σπουδών του. Εκεί, στην Αθήνα του Βορρά, όπως αποκαλούσαν τη Χαϊδελβέργη την εποχή του Ρομαντισμού, εκείνος, που είχε μεγαλώσει στην Αθήνα, βρήκε τη δεύτερη πατρίδα του.
Σπούδασε, από το 1964, Γερμανική Φιλολογία, Ιστορία, Ιστορία της Τέχνης και Φιλοσοφία.
1975: Επιστημονικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Γερμανικής Φιλολογίας.
1976-78: Υπότροφος του Ιδρύματος Friedrich Ebert.
1978: Ολοκληρώνει την Διδακτορική διατριβή του στην Γερμανική Φιλολογία.
1979: Δέχεται πρόταση για να διδάξει στο τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας της ΦιλοσοφικήςΣχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας, την οποία απορρίπτει μετά από ώριμη σκέψη.
1991-92: Φιλοξενούμενος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης.
1995: Δημιουργία της τοιχογραφίας Η Γηραιά Ευρώπη, αποτελούμενης από έξι πίνακες, με ανάθεση του Πανεπιστημίου Χαϊδελβέργης.
1996: Αναδρομική έκθεση στο Ανάκτορο των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη και στην Αθήνα, στο Πολιτιστικό Κέντρο Μελίνα Μερκούρη.
1997: Απονομή του βραβείου Willibald Kramm για την Τέχνη από τη Δήμαρχο Χαϊδελβέργης Beate Weber.
Αναδρομική έκθεση στο Kunstpalast στο Düsseldorf.
2000: Εγκαινιάζεται η γκαλερί του στην παλιά πόλη της Χαϊδελβέργης.
2003: Ατομική έκθεση με τίτλο Τοπία – Θετικές Ουτοπίες στα ομοσπονδιακά γραφεία του κόμματος των Πρασίνων στο Βερολίνο.
2008: Παρουσίαση του συνολικού έργου του Wassili Lepanto στο Kurpfälzisches Museum της Χαϊδελβέργης με τον τίτλο Οικολογική Τέχνη.
Η ζωγραφική, όπως είπε ο φιλόσοφος Hans-Georg Gadamer, αποτέλεσε για τον Lepanto μια νέα γέννηση. Έγινε ζωγράφος και διαπιστώθηκε πως ήταν γεννημένος για ζωγράφος.
Παράλληλα με τις εκθέσεις του στο Παρίσι, στη Βόννη, στη Βιέννη, στη Στουτγάρδη, στο Ελσίνκι, στην Αθήνα, στη Νέα Υόρκη, στη Γενεύη και στη Φλωρεντία συνέγραψε μια σειρά μελετών θεωρίας της τέχνης, όπως το μανιφέστο Τέχνη για τον Άνθρωπο ή για μια Οικολογική Τέχνη (1983), το καλλιτεχνικό ημερολόγιο Πρώιμη Άνοιξη (1993), το δοκίμιο Η ικανότητα και η Τέχνη (1991), ενώ επίσης δημοσίευσε επιστημονικές μελέτες.
Ο Wassili Lepanto έχει αναπτύξει σημαντικές πολιτιστικές και πολιτικές δραστηριότητες στην Χαϊδελβέργη. Το 2009 ίδρυσε την πολιτιστική πρωτοβουλία Χαιδελβέργη, Φροντίδα και Διατήρηση ενάντια στην αλλοτρίωση από αρχιτεκτονικούς εκσυγχρονισμούς. Την ίδια χρονιά εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος, ενώ το 2011 είναι υποψήφιος βουλευτής στις εκλογές για τη Βουλή του κρατιδίου της Βάδης Βυρτεμβέργης.
“Ο Wassili Lepanto είχε ολοκληρώσει τις πανεπιστη-
μιακές σπουδές του, όταν στράφηκε στη ζωγρα-
φική και αυτό ήταν σαν μια νέα γέννηση: Έγινε
ζωγράφος και αποδείχθηκε, πως ήταν γεννημένος
για να ζωγραφίζει.”
Hans-Georg Gadamer (1991)
μιακές σπουδές του, όταν στράφηκε στη ζωγρα-
φική και αυτό ήταν σαν μια νέα γέννηση: Έγινε
ζωγράφος και αποδείχθηκε, πως ήταν γεννημένος
για να ζωγραφίζει.”
Hans-Georg Gadamer (1991)
Το έργο του Wassili Lepanto ξεφεύγει από τα περιορισμένα όρια του ζωγραφικού καμβά˙ μπορεί να τοποθετηθεί στην ευρύτερη διάσταση μιας ολοκληρωμένης κοσμοθεωρίας. Αποτελεί μέρος ενός συνόλου που αντικατοπτρίζει την πολυσχιδή προσωπικότητα του δημιουργού του, ο οποίος εκτός από ζωγράφος, έχει πλούσιο επιστημονικό έργο στον τομέα της γερμανικής φιλολογίας και της ιστορίας της τέχνης, ενώ παράλληλα έχει αναπτύξει έντονη οικολογική δράση.
Αν και άρχισε να ζωγραφίζει σε σχετικά μεγάλη ηλικία, το έργο του χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακή συνέπεια, τόσο θεματική, όσο και καλλιτεχνική. Η «εμμονή» με την τοπιογραφία, είναι για τον Lepanto ο δρόμος προς την επανεξέταση του φυσικού περιβάλλοντος, όχι με την προϋπόθεση της πιστής αναπαράστασης του τοπίου, αλλά μέσα από την αναζήτηση της ουσίας του. Με ένα δουλεμένο εκλεκτικισμό, εντάσσει με άνεση στο έργο του ρομαντικά και υπερρεαλιστικά στοιχεία, αδιαφορώντας για την λεπτομερή απεικόνιση της πραγματικότητας, χωρίς όμως να καταλήγει ούτε σε ακραίες σχηματοποιήσεις, ούτε στην απόλυτη αφαίρεση.
Ο Lepanto βλέπει ένα «κλασικό» καλλιτεχνικό είδος, όπως η τοπιογραφία, από μια διαφορετική οπτική γωνία. Τα τοπία που επιλέγει, τα ελληνικά βουνά και οι πεδιάδες, η Τοσκάνη, η γερμανική ύπαιθρος, αλλά και το αστικό τοπίο της πόλης όπου ζει, της Χαϊδελβέργης, είναι απαλλαγμένα από κάθε είδους εξιδανίκευση, αν και η αίσθηση της τάξης και της αρμονίας κυριαρχεί. Η δημιουργία ενός φυσικού χώρου που είναι απόλυτα συνδεδεμένος με τον άνθρωπο, παρά την συνειδητή απουσία της αναπαράστασής του, είναι ένα από τα πιο ουσιαστικά χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του. Ο επαναπροσδιορισμός, άλλωστε, της σχέσης του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον είναι βασική προϋπόθεση της οικολογικής συνείδησης, και κατ’ επέκταση της, κατά τον ζωγράφο, «Οικολογικής Τέχνης».
Η έκθεση που φιλοξενεί το Μουσείο Μπενάκη είναι το αποτέλεσμα μιας γόνιμης και μακροχρόνιας προσπάθειας και συνεργασίας του ζωγράφου και του Μουσείου. Περιλαμβάνει περισσότερα από 70 έργα μεγάλων διαστάσεων, που παρουσιάζουν, με ολοκληρωμένο και σαφή τρόπο, τον ζωγράφο στο ελληνικό κοινό. Θα ήταν, τέλος, παράλειψη να μην αναφερθεί εδώ η πολύτιμη συνεισφορά στην έκθεση του αείμνηστου φίλου, καθηγητή Γιώργου Παπαδημητρίου, ο οποίος ως μέλος της Διοικητικής Επιτροπής του Μουσείου Μπενάκη, είχε πρώτος εισηγηθεί την πραγματοποίησή της.
Αθήνα, Ιανουάριος 2011
Κωνσταντίνος Παπαχρίστου
Ιστορικός της τέχνης
Μουσείο Μπενάκη
Αν και άρχισε να ζωγραφίζει σε σχετικά μεγάλη ηλικία, το έργο του χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακή συνέπεια, τόσο θεματική, όσο και καλλιτεχνική. Η «εμμονή» με την τοπιογραφία, είναι για τον Lepanto ο δρόμος προς την επανεξέταση του φυσικού περιβάλλοντος, όχι με την προϋπόθεση της πιστής αναπαράστασης του τοπίου, αλλά μέσα από την αναζήτηση της ουσίας του. Με ένα δουλεμένο εκλεκτικισμό, εντάσσει με άνεση στο έργο του ρομαντικά και υπερρεαλιστικά στοιχεία, αδιαφορώντας για την λεπτομερή απεικόνιση της πραγματικότητας, χωρίς όμως να καταλήγει ούτε σε ακραίες σχηματοποιήσεις, ούτε στην απόλυτη αφαίρεση.
Ο Lepanto βλέπει ένα «κλασικό» καλλιτεχνικό είδος, όπως η τοπιογραφία, από μια διαφορετική οπτική γωνία. Τα τοπία που επιλέγει, τα ελληνικά βουνά και οι πεδιάδες, η Τοσκάνη, η γερμανική ύπαιθρος, αλλά και το αστικό τοπίο της πόλης όπου ζει, της Χαϊδελβέργης, είναι απαλλαγμένα από κάθε είδους εξιδανίκευση, αν και η αίσθηση της τάξης και της αρμονίας κυριαρχεί. Η δημιουργία ενός φυσικού χώρου που είναι απόλυτα συνδεδεμένος με τον άνθρωπο, παρά την συνειδητή απουσία της αναπαράστασής του, είναι ένα από τα πιο ουσιαστικά χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του. Ο επαναπροσδιορισμός, άλλωστε, της σχέσης του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον είναι βασική προϋπόθεση της οικολογικής συνείδησης, και κατ’ επέκταση της, κατά τον ζωγράφο, «Οικολογικής Τέχνης».
Η έκθεση που φιλοξενεί το Μουσείο Μπενάκη είναι το αποτέλεσμα μιας γόνιμης και μακροχρόνιας προσπάθειας και συνεργασίας του ζωγράφου και του Μουσείου. Περιλαμβάνει περισσότερα από 70 έργα μεγάλων διαστάσεων, που παρουσιάζουν, με ολοκληρωμένο και σαφή τρόπο, τον ζωγράφο στο ελληνικό κοινό. Θα ήταν, τέλος, παράλειψη να μην αναφερθεί εδώ η πολύτιμη συνεισφορά στην έκθεση του αείμνηστου φίλου, καθηγητή Γιώργου Παπαδημητρίου, ο οποίος ως μέλος της Διοικητικής Επιτροπής του Μουσείου Μπενάκη, είχε πρώτος εισηγηθεί την πραγματοποίησή της.
Αθήνα, Ιανουάριος 2011
Κωνσταντίνος Παπαχρίστου
Ιστορικός της τέχνης
Μουσείο Μπενάκη
ΠΕΡΔΙΚΟΒΡΥΣΗ
Επιμέλεια:Νίκος Δ. Ζήσιμος-Ρεπορτάζ:Βασίλειος Δ. Ζήσιμος-Φωτο:Γιώργος Αργυρόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου